Σάββατο 28 Μαρτίου 2009

Καστρινάκη Αγγέλα: Έρωτας στον Καιρό της Ειρωνείας


Νεαρή γυναίκα με ικανοποιητική οικογενειακή ζωή συνάπτει αιφνιδίως εξωσυζυγική σχέση. Ο άντρας της, την ίδια εποχή, αποκτά και αυτός έναν εκτός γάμου δεσμό με αρκετά νεότερή του κοπέλα.

Το μεγάλο πάθος της την οδηγεί στη λυτρωτική απώλεια κάθε αναστολής και αυτοελέγχου, στην πλήρη ταύτιση με τον άλλο και με τον εαυτό, στη χαρούμενη συμφιλίωση ακόμα και με την ιδέα του θανάτου. Αναλώνεται όμως μάλλον γρήγορα.

Όταν έρχεται η κρίσιμη ώρα των αποφάσεων, βαθιές μεταβολές στη σχέση του αρχικού ζευγαριού συντελούν στην επανεκτίμηση της νηφαλιότητας, του χιούμορ και της αυτοσυνείδησης, στην επιστροφή της ειρωνείας. Η σχέση όμως του άντρα με την κατά πολλά χρόνια νεότερή του κοπέλα διατηρείται, δημιουργώντας νέες ισορροπίες, την πάλη με το αίσθημα της ζήλιας και, για τη σύζυγο που επανέκαμψε, τη νοσταλγία του πάθους' την πιθανότητα να ξαναρχίσει κάποτε μια καινούργια ιστορία έρωτα. Πρόκειται για ένα τέλος ανοιχτό.

Στο μυθιστόρημα, παρόλο που τα πάθη είναι έντονα, κανείς από τους ήρωες δεν προβαίνει σε ακραίες πράξεις, όπως συμβαίνει σε άλλα παρόμοιας θεματολογίας έργα. Η συγγραφέας δηλώνει -σε σχόλιά της μέσα στο κείμενο- πως δεν συμπαθεί τέτοιου είδους λύσεις. Στην εποχή της αυτοσυνείδησης, στον καιρό της ειρωνείας, η πιο ταιριαστή λύση είναι ο συμβιβασμός - κάτι που προσλαμβάνει τόσο πολιτικές όσο και αισθητικές προεκτάσεις (μεταρρυθμίσεις μάλλον παρά ρήξεις, ρεαλισμός περισσότερο παρά συμβολισμός και μυστικισμός).

Η μάλλον ορθολογική αντιμετώπιση των καταστάσεων, ωστόσο, δεν εμποδίζει τη συγγραφέα να αναπτύξει ένα δίκτυο υπαινιγμών και ανταποκρίσεων μέσα στο κείμενο, όπου τα πρόσωπα νιώθουν τα ίδια πράγματα ή χρησιμοποιούν εν αγνοία τους τα ίδια λόγια. Αλλά ακόμα και οι πολλαπλές παρουσίες γάτων στο μυθιστόρημα δημιουργούν ίσως ένα λάιτ μοτίβ, δεν παραπέμπουν όμως στα κλασικά σύμβολα του έρωτα και του θανάτου.

Η συγγραφέας προτιμά το συμπτωματικό από το μυστικά αιτιολογημένο. Συνδυάζοντας τη γυναικεία ευαισθησία με τον σύγχρονο τρόπο γραφής, η Αγγέλα Καστρινάκη συνθέτει ένα ψυχογραφικό μυθιστόρημα με πολλές κοινωνιολογικές συνιστώσες γύρω απ' το "ευτυχισμένο" μικροαστικό μοντέλο ζωής.

Το μυθιστόρημα ασχολείται με το διαρκές θέμα της φθοράς των σχέσεων, της απιστίας, του πειρασμού της αυτοκτονίας. Το έργο είναι αναστοχαστικό, με συγγραφικά αυτοσχόλια και συλλογισμούς γύρω από διάσημα ερωτικά τρίγωνα: οι Εκλεκτικές συγγένειες του Γκαίτε, η Απιστία του Μπέργκμαν και η παθιασμένη σχέση της Πηνελόπης Δέλτα με τον Ίωνα Δραγούμη αποτελούν αφορμές στοχασμού για τον έρωτα. Η διαφορά είναι ότι η ιστορία της Αγγέλας Καστρινάκη διαδραματίζεται στις μέρες μας, την εποχή της άκρας αυτοσυνειδησίας, με άλλα λόγια στα χρόνια της ειρωνείας. Πάθος αλλά και χιούμορ, απώλεια του αυτοελέγχου αλλά και ειρωνεία αποτελούν τα αντικείμενα του μυθιστορήματος, όπως και τους τρόπους της συγγραφής του.

Κριτική:
"«Πώς να γράψει κανείς μια ερωτική ιστορία, μια ιστορία μοιχείας, όταν έχει προηγηθεί η Άννα Καρένινα ή ο Βέρθερος ή ακόμα και Ο Ιούδας φιλούσε υπέροχα; Το καθένα από αυτά αποτρέπει με τον τρόπο του. Αν είσαι πολύ σοβαρός άνθρωπος βέβαια, δεν έχεις παρά να σιωπήσεις.» Ο συγγραφέας παρεμβαίνει στην αφήγηση. Ένας συγγραφέας που υπάρχει στο βιβλίο της Αγγέλας Καστρινάκη ως ήρωας, ως ο προβληματισμένος αφηγητής μιας ιστορίας. Θέλει να μοιραστεί τις αγωνίες του με τον αναγνώστη: πώς να βαφτίσει την ηρωίδα του; Αρχίζει με ένα σκέτο Μ. Και μετά από διάφορα παιχνίδια καταλήγει στο «Μέλπω». Η Μέλπω λοιπόν ζει την πιο τετριμμένη εμπειρία ύπανδρης μητρός: συνάπτει παράλληλη σχέση, με άνδρα νυμφευμένο. Δεν είναι δα και πρωτότυπο και καλά κάνει η Καστρινάκη, δια του alter ego της, και αναρωτιέται για το φθαρμένο της επιλογής της.

Υπάρχουν εντούτοις δυο παράμετροι που κάνουν ενδιαφέρον το βιβλίο. Πρώτον η Καστρινάκη βασίζει την ανάπτυξη της παράνομης σχέσης με την ηλεκτρονική αλληλογραφία και τεκμηριώνει, μέσα από την εξέλιξη του μύθου αλλά και από τις διάσπαρτες σκέψεις της, ότι η τεχνολογία οδηγεί σε νέου τύπου διαπραγματεύσεις στα ερωτικά. Δεύτερον καταγράφει τη νοοτροπία της εποχής μας, πρόκειται δηλαδή για ηθογραφία ενταγμένη με ακρίβεια στο ιστορικό πλαίσιο, στις αρχές του 21ου αιώνα. Επιπλέον το βιβλίο είναι καλοδιατυπωμένο αλλά αυτό δεν μπορούμε να το αναφέρουμε ως αρετή: είναι θεμελιώδης υποχρέωση απέναντι στον αναγνώστη. Να προσθέσουμε το υπόγειο χιούμορ, την τέχνη του υπαινιγμού, την αυτοσαρκαστική διάθεση, τα οποία είναι θέμα γούστου. Ευκρινέστερα: Αγγέλα Καστρινάκη είναι πνευματώδης και το δείχνει.
Λώρη Κέζα, ιστοσελίδα: "Βιβλιογραφίες", keza.gr

Η ιστορία: η Μέλπω είναι 38 ετών, πετυχημένη επαγγελματικά, μάνα οκταετών διδύμων που προέκυψαν από συμβατικό γάμο (παιδιά ήθελε, λέει, όχι γάμο). Σε κάποια εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη, όπου ταξιδεύει για δουλειές, γνωρίζει ένα ζευγάρι. Μια απλή κοινωνική επαφή, μια αδιάφορη ανταλλαγή στοιχείων επικοινωνίας εκτοξεύεται σε έρωτα ζωής. Γραπτά μηνύματα που ανταλλάσσονται όλη τη διάρκεια της ημέρας γίνονται το υπόβαθρο για μια αμαρτία του μυαλού, που σύντομα γίνεται κλασική εξωσυζυγική σχέση. Ξεκινά από έναν απλό θαυμασμό, ένα κέντρισμα και συνδυασμό αμηχανίας- αμφιβολίας. Καθώς η σχέση αναπτύσσεται δι’ αλληλογραφίας έχουν τον χρόνο να μηρυκάσουν τα κείμενα, τα οποία όπως ορθώς επισημαίνει ο συγγραφέας, είναι γραμμένα σε ύφος διαφορετικό από της κλασικής αλληλογραφίας του ταχυδρομείου. Μπροστά στην οθόνη του κομπιούτερ όλοι βάζουν τα δυνατά τους να επικοινωνήσουν με χιουμοριστικό ύφος.

Καθώς διαρκώς παρεμβαίνει η φωνή του συγγραφέα γίνονται διάφορες συγκρίσεις, με διάσημα μεγάλα πάθη. Κατατίθενται αποσπάσματα από τα γράμματα που αντάλλαξαν η Πηνελόπη Δέλτα με τον Ίωνα Δραγούμη απ’ όπου προκύπτει ότι πράγματι το μέσο ορίζει την ταχύτητα εξέλιξης μιας σχέσης. Το να περιμένεις μια κάρτα την εβδομάδα ή έναν παχύ φάκελο είναι διαφορετικό από το να γράφεις εν θερμώ, να απαντάς αυτοστιγμεί, να δέχεσαι απάντηση αυτόματα. Η Καστρινάκη περιγράφει με χιούμορ τη διάθεση ανάλυσης των ερωτευμένων, όπου κάθε λεξούλα αποκτά νόημα μεγαλύτερο από τις προθέσεις του συντάκτη της. Στην επικοινωνία τους συμπυκνώνεται ο χρόνος: οι μικροπαρεξηγήσεις, η θιγμένη στάση αλλά και η τρυφερότητα, οι τολμηρές σκέψεις (να αφήσουν τις οικογένειες για να ζήσουν μαζί) είναι τα γνωρίσματα μιας σχέσης που κλείνει έναν κύκλο πάνω στο τετράμηνο. Οι έξω από τη σχέση υποψιάζονται αλλά παριστάνουν τους ανυποψίαστους. Είναι μια τρέλα, υποθέτουν, που θα περάσει.

Στο μυθιστόρημα της Καστρινάκη νικητής είναι η ειλικρίνεια. Αυτή που πληγώνει αλλά ενέχει και γενναία δόση σεβασμού απέναντι στον σύντροφο. Αυτό που επιχειρεί να αποδείξει η πεζογράφος είναι κάτι που αναφέρει ως μότο στο τέταρτο μέρος του βιβλίου: «Θεμέλιο του γάμου δεν είναι η πίστη αλλά η απιστία». Εν τέλει φαίνεται ότι τίποτε δεν μένει τραγικό όταν τολμάς να το συζητήσεις."

"Η Αγγέλα Καστρινάκη πιάνει τις φάσεις του έρωτα μία μία και τις ξετινάζει. Αναλύει σε βάθος όσα λένε και όσα αισθάνονται οι ήρωες και οδηγεί την ιστορία σε κάποιο τέλος, χωρίς οσμή θανάτου. Με εξαίρεση το πρώτο μισό του δεύτερου μέρους- το βιβλίο χωρίζεται σε τέσσερα μέρη- όπου η ερωτική ιστορία απογειώνεται και μυθοποιείται, δημιουργώντας ενόχληση όμως στον αναγνώστη για τα γλυκανάλατα χαρακτηριστικά της, το βιβλίο προσπαθεί και σε μεγάλο βαθμό πετυχαίνει - να κάνει σύμμαχο και συνένοχο τον αναγνώστη, ο οποίος επιπλέον όχι μόνο δεν κοιτάζει από την κλειδαρότρυπα, αλλά είναι σαν να κοιτάζει από γιγαντοοθόνη, όπου μπορεί να "διαβάσει" και τις πιο μύχιες σκέψεις των πρωταγωνιστών.

Η συγγραφέας, πανεπιστημιακός η ίδια και με γερή θεωρητική σκευή, επιδίδεται εδώ σε ένα σύνθετο εγχείρημα. Βγάζει τις φλούδες του λογοτεχνικού κρεμμυδιού, απογυμνώνει δηλαδή τον μύθο από τον περιβάλλοντα χώρο (τα χωροχρονικά στοιχεία που μας δίνει για τη ζωή των ηρώων είναι στοιχειώδη) και εστιάζει στον πυρήνα, που είναι το μυαλό και η ψυχή των πρωταγωνιστών. Με αυτόν τον τρόπο αποφεύγει την άνευ ουσίας αναμέτρηση με μεγάλα έργα της λογοτεχνίας και ταυτόχρονα τα μελετά. Ενώ δηλαδή πρόκειται για μια πλήρη ιστορία, με αρχή μέση και τέλος, εν τέλει το βιβλίο περνάει από διαδοχικές μεταμορφώσεις, εξελισσόμενο επιπλέον σε ένα δοκίμιο για το ίδιο του το θέμα, τον έρωτα και την απιστία, που είναι λογοτεχνικά αρχετυπικό. Το εγχείρημα είναι οπωσδήποτε αξιόλογο, ενδιαφέρον και προκλητικό, πρωτότυπο για τα ελληνικά δεδομένα, ενώ το μείγμα είναι τέτοιο που δεν χάνεται το ενδιαφέρον για την ίδια την εξέλιξη του μύθου.

Ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει στον σχολιασμό του ηλεκτρονικού φλερτ. Οι σελίδες που αναλύουν τον ρόλο που παίζει το κομπιούτερ στη γρήγορη κλιμάκωση των σχέσεων- ίσως και στην εξίσου γρήγορη πτώση- είναι από τις πλέον ενδιαφέρουσες του βιβλίου. Λέει, λ.χ., ότι αντίθετα με την κλασική αλληλογραφία, το μέιλ καλλιεργεί μια χιουμοριστική γραφή και ότι ως μέσο είναι πολύ φτωχό, αφού δεν βλέπεις καν τον γραφικό χαρακτήρα: «Ακόμα και ο τόνος ξεγελάει: τον τόνο τον προσδιορίζει ο παραλήπτης, όχι ο αποστολέας· με άλλα λόγια, ο αναγνώστης μπορεί να φανταστεί ό,τι του καπνίσει»".
Κατηγορία: Ελληνική λογοτεχνία
Πηγή: Τα Νέα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Απο που ερχεστε...