Πέμπτη 5 Μαρτίου 2009

Ισως την επόμενη φορά

Ο σταθμός ήταν άδειος και μελαγχολικός. Την παγωμένη ησυχία διέκοπταν σκόρπια βήματα και μετά ακολουθούσε ο αντίλαλός τους. Αυτός ο χειμώνας κάποτε έδειχνε διαφορετικός. Το “κάποτε” είναι μια λέξη μυστηριώδης. Αποτελεί μια ένδειξη χρόνου ενώ στην ουσία δεν είναι. Είναι μια προσπάθεια για να αφοπλίσεις την μνήμη, χρησιμοποιείς την λέξη “κάποτε” σαν την κερκόπορτα που οδηγεί στην λησμονιά. Δεν πρόκειται να αναμετρηθώ με τον εαυτό μου σήμερα. Κουράστηκα να τον υπομένω κι όμως τον συμπονώ πραγματικά.

Ίσως την επόμενη φορά

Οι προσδοκίες πεθαίνουν την ίδια ακριβώς ώρα που βγαίνουν από την μήτρα τους. Κι εκείνα τα δάχτυλα που τόσο αγαπάς μοιάζουν ξένα και μακρινά. Εκ τον προτέρων ιδιοκατανάλωση συναισθήματος. Η ιστορία της ζωής μου. Οι ξερές μέρες. Τα μουντά πρωινά. Τα αποστεωμένα βράδια. Κι έπειτα, η γεύση της αποτυχίας, σκληρή γεύση, αναλέητη. Η Τζέιν κι εγώ. Κοντά, μαζί. Μακριά, μαζί. Μαζί και μόνοι.Τα κορμιά συγγενεύουν και μετά αποποιούνται την συγγένεια. Η χαρά αυτοκτονεί σε μαρμαρένιες σήραγγες ενός άγνωστου κόσμου. Ο πόθος μεταμορφώνεται σε ιδρωμένο δραπέτη που αγωνιά να κρυφτεί. Εξαφανίζεται η προσμονή και νεκρώνει η επιθυμία.

Κι εγώ να φεύγω κάθε φορά όλο και πιο λυπημένος.

Να στέκομαι για λίγο κάτω από ένα παράθυρο ξένο κι η επωδός του τέλους να κραυγάζει ειρωνικά

- Ίσως την επόμενη φορά.

Δεν θα υπάρξει επόμενη φορά. Οι δείκτες αρνούνται να συνεχίσουν την τρελή τους πορεία. Προσωρινή είναι η αγάπη και για αυτό ντύνεται το ανεκτίμητο. Αν θες, υπάρχει προσωρινά όπως και η ελπίδα. Η Τζέιν το αρνείται επίμονα μα εγώ ξέρω πως το αίμα στις φλέβες δεν καίει πια. Οι λεπτομέρειες έχουν θανατωθεί. Τα λόγια είναι ίδια αλλά οι φωνές διαφορετικές. Η σάρκα είναι η ίδια μα έχει κίνηση βιαστική. Στα μάτια καθρεφτίζονται έννοιες ξεχασμένες από καιρό. Κι έπειτα οι καθρέφτες γελάνε μαζί σου. Εσύ που είχες ορκιστεί να βιώσεις την μοναχικότητα σα να είναι ραψωδία γραμμένη από τον Θεό αφέθηκες στο όνειρο που κράτησε μια μέρα.

Η τελευταία φορά

Δεν ειπώθηκε λέξη. Δεν σκίρτησε κανείς. Ο αποχαιρετισμός ο βουβός δεν εκλιπαρεί και πάντοτε είναι οριστικός. Άραγε πόσο να κοστίζει η συναισθηματική ψευδαίσθηση … Δεν υγράθηκαν τα μάτια κι ούτε κάποιο χέρι απλώθηκε με λαχτάρα να κρατήσει. Άραγε πόσο αναίτια ήταν η πλάνη που ο νους μου έίχε γεννήσει σε μια στιγμή οριακής αδυναμίας… Κούμπωσα το παλτό μου κι από την εξώπορτα βρέθηκα στον δρόμο. Στον δρόμο μεγαλώνουν οι ζωές κι οι καρδιές βρίσκουν τον μοναδικό τους κάτοχο

Τον εαυτό.

Ο σταθμός ήταν άδειος και μελαγχολικός. Σαν σκιές περνούσαν από μπροστά μου οι μικρές ιστορίες της ζωής μου. Στα αυτιά μου ηχούσαν λέξεις που πονάνε, τα έκλεισα με τα χέρια μα οι λέξεις μεταφέρθηκαν σαν καλοακονισμένα ξυράφια στα βάθη της καρδιάς μου. Νεκρές προσδοκίες. Μια ζητιάνα με πλησιάζει. Κάτι ψελλίζει μα όταν αντικρίζει το πρόσωπό μου αποστρέφει το βλέμμα,

Το τρένο έρχεται από μια απρόσωπη νύχτα στριγκλίζοντας πάνω στις ράγες. Στο βαγόνι υπάρχω μόνο εγώ

Στο νοτισμένο από την υγρασία τζάμι θα γράψω με γράμματα καλλιγραφικά

Ίσως την επόμενη φορά

Τα μεγαλύτερα ψέματα έχουν γραφτεί σε νοτισμένα τζάμια. Κι οι μεγαλύτερες αλήθειες δεν έχουν γραφτεί πουθενά.

Για αυτό και είναι άφθαρτες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Απο που ερχεστε...