Τρίτη 14 Απριλίου 2009

Η ψυχή του καθρέφτη

Το νέο βιβλίο της Σταυρούλας Δημητρίου


Ένα βιβλίο που μπορεί να διαβαστεί πολλαπλώς: Ως γοτθικό μυθιστόρημα, ως ποιητικό αφήγημα, αλλά και ως ένα φιλοσοφικό διήγημα για την διαιώνια αγωνία του ανθρώπου μπροστά στο τρίπτυχο Έρωτας-Θάνατος-Θεός.

Μετά τις δύο ποιητικές της συλλογές «Ποίηση», «Στον Λήγοντα των Αστεριών» και το μυθιστόρημα της «H Χώρα του Κασσίτερου», η συγγραφέας, με επίκεντρο την πανούκλα που πέφτει στην πόλη, εξακτινώνεται σε μονοπάτια υπαρξιακά, πέρα από χρόνους και θρησκείες, με μια γλώσσα κινηματογραφική…

«Νύχτωνε για τους Χριστιανούς. Μεσάνυχτα για τα τουρκικά ρολόγια. Χτυπούσαν το δεύτερο τέταρτο της δωδεκάτης νυκτερινής. Μια μέρα από την ιστορία του κόσμου είχε κιόλας τελειώσει. Το σωτήριον έτος 1814. Έτος Εγίρας 1229. Στο Φιλάτ. Πόλη μυστήριο στο χωροχρόνο της Χερσαίας Δυτικής Αρβανιτίας. Τα πανουκλιασμένα ρούχα παίχτηκαν στα ζάρια απ’ τους ληστές και μοιράστηκαν στην πόλη κι έρχονταν απ’ τον ένα στον άλλο, ώσπου κι ο θάνατος απ’ τον ένα στον άλλο. Κι όσοι πέθαιναν πέθαιναν σιωπηλά, λες κι η πόλη αφιερωμένη στη σιωπή, λες κι’ όλοι τους μυστικοί της Αδελφότητας της Σιωπής».

Οι ήρωες συνθέτουν ο καθένας τους ένα δίχτυ πάθους που θα τους επιτρέψει να επιζήσουν απ’ την αρρώστια.

Τόσκα: Έβλεπε τις πομπές των πεθαμένων και τους περνούσε για περιπατητές.
Γκιόργκε: Σκάβοντας το πηγάδι, έσκαβε στο βάθος του δικού του κόσμου, ανυποψίαστος.
Ωραιοζήλη: Η έγνοια της πώς να κονομήσει από τα σάβανα.
Ματατία: Πότε να τοκίζει, πότε να κατασκευάζει κάσες.
Άραχλος: Ο γύφτος που μάζευε χρυσαφικά.
Περγαμότος: Δεν πέθανε από τη αρρώστια. Από το φόβο για τα έντομα πέθανε.
Κι αυτό που τους ένωνε ήταν η ανάγκη της φυγής. Το πάθος. Η «γαλάζια ώρα», καταπώς την ονοματίζει η συγγραφέας.
Όμως, πέρα από την καθαυτό ιστορία, ο αναγνώστης -και μιλάμε για τον απαιτητικό αναγνώστη- σαγηνεύεται από τη χρήση των λέξεων, που οδηγεί σε μια επιγραμματική εικονοπλασία:

«Το διπλό κόλπο που τούπαιζε ο άνεμος».
«Ένα αόρατο μαχαίρι μοίραζε τη χώρα σε κομμάτια».
«Κι αυτή η άνοιξη! Χωρίς έλεος ανασταίνει και σκοτώνει μαζί».
«Το φεγγάρι όλο ντροπή θέλει να κρύψει το πληγιασμένο του μούτρο».
«Για τις ψυχές θάνατος είναι το νερό. Για το νερό θάνατος είναι να γίνει γη».
«Μια αχτίδα δυνατού ήλιου, όπως πρωί πρωί το καλοκαίρι, ένα άφιλο φως».

Καθώς η Σταυρούλα Δημητρίου χτίζει τα γεγονότα, βάζει τους ήρωες–αντιήρωές της να διαλέγονται με Καζαντζακικής δύναμης αμφισβητήσεις:

«Εγώ -πήρε το λόγο ο Άραχλος- δεν πιστεύω στο Θεό εξαιτίας ο αέρας. Ήρθε ένας ανεμορούφουλας και ξέσκισε τις παράγκες μας και πήρε μαζί τους ανθρώπους και τους σκότωσε. Αν ύπαρχε ένας θεός, δεν υπάρχει ο αέρας.
«Δυο θρησκείες έχουμε: μια που τη λέμε και δεν την κάνουμε και μια που την κάνουμε και δεν τη λέμε. Η πρώτη είναι του Θεού, η άλλη του Διαβόλου. Η πανούκλα είναι δουλειά δαιμονική. Πρέπει να δοθούμε του Διαβόλου».


Μια γραφή που εναλλάσσει το ευγενικό με το δαιμόνιο. Το λυρικό με το τραγικό.
Υπάρχουν κομμάτια εκτενή, ολόκληρα, που σε απογειώνουν. Σε μετεωρίζουν. Που χαίρεσαι να τρομάζεις. Και τρομάζεις που χαίρεσαι!

«Η ψυχή του καθρέφτη»κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Λιβάνη.

Κατηγορία: Ελληνική λογοτεχνία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Απο που ερχεστε...