Παρασκευή 10 Απριλίου 2009

Yoko Ogawa: Ξενοδοχείο Ίρις


Η Μαρί και η μητέρα της έχουν το ξενοδοχείο Ίρις σε μια παραθαλάσσια κωμόπολη. Ταπεινό αλλά φροντισμένο, είναι συνήθως γεμάτο. Όπως κάθε βράδυ, η Μαρί κρατάει τη ρεσεψιόν. Οι πελάτες του ξενοδοχείου κοιμούνται ήσυχα. Η ηρεμία ξάφνου διακόπτεται από κραυγές. Μια γυναίκα βγαίνει απ' το δωμάτιό της βρίζοντας σκαιότατα τον άντρα που τη συνοδεύει. Η Μαρί εντυπωσιάζεται από τη σκηνή, και ασυνείδητα ευαισθητοποιείται από την κομψότητα και τη διακριτικότητα αυτού του ηλικιωμένου άντρα που τον κατηγορούν δημόσια για τις χειρότερες σεξουαλικές παρεκκλίσεις. Λίγες μέρες αργότερα τον συναντά σ' ένα κατάστημα. Ο άντρας παραξενεύει και γοητεύει τη νεαρή. Από περιέργεια ή έλξη, θα τον ακολουθήσει. Αθώα ή έχοντας βαθιά συνείδηση της τρομακτικής ομορφιάς της, η άμωμη έφηβη εισέρχεται στην αρένα του πόθου.
Οι εξοικειωμένοι με το έργο της Ογκάουα και τον ανησυχητικό κόσμο της δυσφορίας που χτίζει με δεξιοτεχνία, εισέρχονται αυτή τη φορά σε μια ιστορία έρωτα χωρίς όρια, πολύ πέρα από την υπαινικτική ατμόσφαιρα που διαπότιζε τα προηγούμενα βιβλία της ("Ο παράμεσος", "Η πισίνα των καταδύσεων", "Ο κοιτώνας", "Ημερολόγιο εγκυμοσύνης" Εκδόσεις Άγρα, 2002 και 2003). Γιατί ανάμεσα στη νεαρή ρεσεψιονίστ και τον ηλικιωμένο μοναχικό μεταφραστή, το παιχνίδι σώμα με σώμα δεν είναι παιχνίδι φενακισμών.

Απόσπασμα:
...Δεν ξέρω να πω αν αυτά που έκανε ο μεταφραστής πάνω στο κορμί μου είναι πράξεις συνηθισμένες ή όχι. Και ούτε έχω τον τρόπο να το διαπιστώσω. O άντρας με τράβηξε κοντά του και με φίλησε στα χείλη. Μέσα σε μια στιγμή αισθάνθηκα τα πάντα στα χείλια του. Τη χλιαρή του θερμοκρασία, τη στεγνή αίσθηση του γήρατος, όλα. Ήταν ένα ήρεμο φίλημα. Ακόμη και ο ήχος των κυμάτων είχε σταματήσει. Ήταν μια σιωπή που έμοιαζε να σε ρουφάει μέχρι τα έγκατα της αβύσσου.
O πόθος του άνδρα μεγάλωνε κάθε στιγμή. Τα χέρια του, που τα είχε ακουμπήσει στους ώμους μου, άρχισαν τώρα να περιπλανιούνται στην πλάτη και, φτάνοντας στη μέση, ακολούθησαν τις γραμμές των οστών μου. Όταν η επιθυμία του έφτασε στο κορύφωμά της, ο άνδρας μου είπε:
«Γδύσου!»

O άνδρας με άρπαξε απ' τα μαλλιά και με έσυρε μέχρι τον καναπέ. Αυθόρμητα πήγα να κρατήσω το κεφάλι ανάμεσα στα χέρια μου, αλλά δεν πρόλαβα. Τα μαλλιά που μου είχε φτιάξει η μητέρα μου λύθηκαν και έπεσαν ανάκατα στο πρόσωπό μου.
«Δεν ωφελεί να αντιστέκεσαι».
Ήταν η φωνή του αυτή που μου χάριζε ηδονή μαζί με τον πόνο. Ήθελα να γνέψω με το κεφάλι καταφατικά, αλλά δεν μπορούσα να κουνήσω τον λαιμό μου.
«Απάντησέ μου!»
«Ναι» κατάφερα τελικά να πω με ασθενική φωνή.
«Πιο καθαρά».
«Ναι, κατάλαβα».
Επανέλαβα αμέτρητες φορές την ίδια φράση μέχρι να ικανοποιηθεί ο άνδρας.

Από κάπου εμφανίστηκε ένα σχοινί με παράξενο σχήμα, το οποίο εκείνος άρχισε να τυλίγει γύρω από το κορμί μου. Ήταν πιο εύκαμπτο από τα πλαστικά σχοινιά που χρησιμοποιούμε για το δέσιμο των πακέτων, χοντρό και στέρεο. Είχε μια αμυδρή οσμή φαρμακευτικού προϊόντος. Η ίδια μυρωδιά μ' αυτήν που απέμενε στην ατμόσφαιρα της αίθουσας των εργαστηρίων στο σχολείο μετά το τέλος του μαθήματος. Μπορεί όμως και να ήταν η μυρωδιά του παππού μου μόλις πριν πεθάνει. Εξάλλου, νομίζω πως έμοιαζε και λίγο με τον σωλήνα μέσα από τον οποίο περνούσαν τα κίτρινα υγρά της κοιλιάς του παππού μου.

Με έδενε και το σχοινί έσκαβε τη σάρκα σε όλο μου το κορμί δημιουργώντας αυλάκια. Ο άνδρας έδειχνε μεγάλη ικανότητα στη διεξαγωγή αυτής της επιχείρησης. Από την αρχή μέχρι το τέλος οι κινήσεις των χεριών του είχαν μια ομορφιά απόλυτης πλαστικότητας. Όλα του τα δάχτυλα εκτελούσαν το καθένα πιστά τον ρόλο τους, κι εγώ έμοιαζα το αντικείμενο ενός τελετουργικού μαγείας. Δεν μπορούσα να φανταστώ την όψη που πρέπει να παρουσίαζε το σώμα μου. Για να το διαπιστώσω, το μόνο που είχα στη διάθεσή μου ήταν το τζάμι της βιβλιοθήκης.

Τα χέρια ήταν δεμένα στην πλάτη μου από τους καρπούς. Τα στήθη μου ήταν σε αξιοθρήνητο βαθμό συμπιεσμένα και το σχήμα τους είχε αλλοιωθεί, εντούτοις οι ρώγες τους είχαν βαφτεί με ένα ελαφρά ρόδινο χρώμα, σαν να επιθυμούσαν να της χαϊδέψει κάποιο χέρι. Το σχοινί που κρατούσε λυγισμένα τα γόνατά μου στερεώνοντάς τα σφιχτά πάνω στους γλουτούς και τη λεκάνη μου πίεζε και άνοιγε διάπλατα τους μηρούς μου. Στην παραμικρή προσπάθεια που έκανα για να τους κλείσω, το σχοινί έσφιγγε ακόμα δυνατότερα, εισχωρώντας μέσα στους πιο τρυφερούς μου βλεννογόνους. Το φως τρύπωνε βαθιά σε πτυχές που μέχρι τότε ήταν φυλακισμένες στα σκοτάδια.

Συγγραφέας: Ogawa Yoko
Κατηγορία: Ξένη λογοτεχνία
Εκδότης: Άγρα

Έτος έκδοσης: 2004
Μετάφραση: Παναγιώτης Ευαγγελίδης
Μπορείτε να το προμηθευτείτε από το:
perizitito.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Απο που ερχεστε...